Γράφει η Αγγελική Βελακούλη
Φαρμακοποιός
Φαρμακοποιός
Πολλά
κατά καιρούς έχουν αναφερθεί απ’την παγκόσμια ιατρική κοινότητα καθώς
και από τα ΜΜΕ για τα ευεργετικά ή όχι αποτελέσματα συμπληρωμάτων
διατροφής L-καρνιτίνης σε ποικίλες κατηγορίες πληθυσμών όπως
είναι οι αθλητές, οι νεφροπαθείς ή ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια.
Έιναι σημαντικό να τονιστεί η ευρεία χρήση συμπληρωμάτων L-καρνιτίνης
στο νεανικό πληθυσμό και κυρίως σε αθλητές ή άτομα που επιδιώκουν να
χάσουν σωματικό βάρος. Πολλοί άνθρωποι δε, ίσως και να μη γνωρίζουν οτι
έλαβαν L-καρνιτίνη μαζί με κάποια συμπληρώματα διατροφής. Σε όποια
κατηγορία και αν ανήκουμε, είναι σημαντικό να γνωριστούμε καλύτερα με
την ουσία αυτή και το πώς συμπεριφέρεται μέσα στον οργανισμό μας ώστε να
είμαστε σε θέση να κρίνουμε αν και κατά πόσο είναι απαραίτητη η
συμπληρωματική χορήγησή της.
Η L-καρνιτίνη
είναι ένα υδατοδιαλυτό καρβοξυλικό οξύ μικρής αλύσου που συντίθεται
φυσιολογικά στον ανθρώπινο οργανισμό από δύο αμινοξέα, τη λυσίνη και τη
μεθειονίνη. Ανήκει στις ουσίες που δρούν στον οργανισμό για την ομαλή
εξέλιξη των φυσιολογικών λειτουργιών και κυρίως του διαμέσου
μεταβολισμού, παρουσιάζοντας δηλαδή βιταμινοειδική δράση.
Η βιοσύνθεσή της γίνεται κυρίως στο ήπαρ και στα νεφρά και μαζί αποτελούν μόνο το 1,6% της ολικής αποθεματικής καρνιτίνης στον ανθρώπινο οργανισμό. Περίπου το 98% της καρνιτίνης βρίσκεται στους σκελετικούς μύες και στην καρδιά ενώ μόλις το 0,5% αυτής κυκλοφορεί στο αίμα. Το 75% των ημερησίων αναγκών του ανθρώπινου οργανισμού σε καρνιτίνη προσλαμβάνεται από τα τρόφιμα (κόκκινο κρέας, γαλακτοκομικά) και απορροφάται από το δωδεκαδάκτυλο και τη νήστιδα. Το 95 % επαναρροφάται στους νεφρούς. Η ενδογενής καρνιτίνη διαμέσου της χολής εισέρχεται στο έντερο όπου και μεταβολίζεται από βακτήρια. Τα φρούτα και τα λαχανικά δεν περιέχουν καρνιτίνη.
1. Ο ρόλος της καρνιτίνης στο μεταβολισμό των λιπών
Η καρνιτίνη διακρίνεται στην ελεύθερη καρνιτίνη, την ολική καρνιτίνη και την άσυλο-καρνιτίνη που υπολογίζεται από τη διαφορά μεταξύ ολικής και ελεύθερης καρνιτίνης.
Η καρνιτίνη διευκολύνει τη μεταφορά ενεργοποιημένων λιπαρών οξέων μακράς αλυσίδας διαμέσου της εσωτερικής μιτοχονδριακής μεμβράνης στο σημείο που λαμβάνει χώρα η β-οξείδωση των λιπαρών οξέων. Μέσα στο μιτοχόνδριο τα λιπαρά οξέα μετατρέπονται με μια σειρά αντιδράσεων σε ακετυλο-συνένζυμο Α (acetyl-CoA), το οποίο εισέρχεται στον κύκλο του κιτρικού οξέος (κύκλο Krebs).
To ακετυλο-συνένζυμο Α αντιδράει με την ελεύθερη καρνιτίνη σχηματίζοντας ακετυλο-καρνιτίνη και συνένζυμο Α. Acetyl-CoA +Carnitine → Acetyl-carnitine + CoA
2. Καρνιτίνη και αδυνάτισμα
Η βιοσύνθεσή της γίνεται κυρίως στο ήπαρ και στα νεφρά και μαζί αποτελούν μόνο το 1,6% της ολικής αποθεματικής καρνιτίνης στον ανθρώπινο οργανισμό. Περίπου το 98% της καρνιτίνης βρίσκεται στους σκελετικούς μύες και στην καρδιά ενώ μόλις το 0,5% αυτής κυκλοφορεί στο αίμα. Το 75% των ημερησίων αναγκών του ανθρώπινου οργανισμού σε καρνιτίνη προσλαμβάνεται από τα τρόφιμα (κόκκινο κρέας, γαλακτοκομικά) και απορροφάται από το δωδεκαδάκτυλο και τη νήστιδα. Το 95 % επαναρροφάται στους νεφρούς. Η ενδογενής καρνιτίνη διαμέσου της χολής εισέρχεται στο έντερο όπου και μεταβολίζεται από βακτήρια. Τα φρούτα και τα λαχανικά δεν περιέχουν καρνιτίνη.
1. Ο ρόλος της καρνιτίνης στο μεταβολισμό των λιπών
Η καρνιτίνη διακρίνεται στην ελεύθερη καρνιτίνη, την ολική καρνιτίνη και την άσυλο-καρνιτίνη που υπολογίζεται από τη διαφορά μεταξύ ολικής και ελεύθερης καρνιτίνης.
Η καρνιτίνη διευκολύνει τη μεταφορά ενεργοποιημένων λιπαρών οξέων μακράς αλυσίδας διαμέσου της εσωτερικής μιτοχονδριακής μεμβράνης στο σημείο που λαμβάνει χώρα η β-οξείδωση των λιπαρών οξέων. Μέσα στο μιτοχόνδριο τα λιπαρά οξέα μετατρέπονται με μια σειρά αντιδράσεων σε ακετυλο-συνένζυμο Α (acetyl-CoA), το οποίο εισέρχεται στον κύκλο του κιτρικού οξέος (κύκλο Krebs).
To ακετυλο-συνένζυμο Α αντιδράει με την ελεύθερη καρνιτίνη σχηματίζοντας ακετυλο-καρνιτίνη και συνένζυμο Α. Acetyl-CoA +Carnitine → Acetyl-carnitine + CoA
2. Καρνιτίνη και αδυνάτισμα
Υπήρξε
η υπόθεση ότι αν η διαθεσιμότητα της L-καρνιτίνης στα μυικά κύτταρα
αυξανόταν μέσω συμπληρωματικής εξωγενούς χορήγησης τότε, θα αυξανόταν
επίσης και ο ρυθμός εισόδου των λιπαρών οξέων στα μιτοχόνδρια. Επιπλέον
υποτέθηκε ότι η αύξηση αυτή της L-καρνιτίνης στα μυικά κύτταρα θα
προκαλούσε και ταυτόχρονη αύξηση της οξείδωσης των λιπαρών οξέων μέσης
αλύσου, ενισχύοντας έτσι τους μηχανισμούς που οδηγούν στο αδυνάτισμα.
Επιστημονικές μελέτες όμως σήμερα αποδεικνύουν ότι η συμπληρωματική
χορήγηση L-καρνιτίνης σε έναν οργανισμό με επαρκή επίπεδα αυτής δε
μεταβάλλει το ρυθμό οξείδωσης των λιπαρών οξέων διότι ο μεγαλύτερος
όγκος της περίσσειας L-καρνιτίνης αποβάλλεται μέσω των νεφρώνων, ενώ η
L-καρνιτίνη που κατακρατείται απο τον ανθρώπινο οργανισμό καθίσταται
ανενεργή και χρησιμοποιείται μόνο σε περίπτωση μείωσης των φυσιολογικών
επιπέδων της L-καρνιτίνης.
Συμπερασματικά, σε ένα άτομο με φυσιολογκές τιμές L-καρνιτίνης, η χορήγηση συμπληρώματος L-καρνιτίνης δεν έχει κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα στην προσπάθεια απώλειας σωματικού λίπους και συνεπώς στο αδυνάτισμα..Τέτοια συμλπηρώματα διατροφής δεν έχουν θετική δράση στο να μεγιστοποιηθεί η απώλεια βάρους που προκύπτει μετά απο συνεχή προπόνηση.
Υπο διερεύνηση είναι πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα που φανερώνουν τον ευεργετικό ρόλο της χορήγησης L-καρνιτίνης σε άτομα παχύσαρκα καθώς η L-καρνιτίνη έχει την ικανότητα να ρυθμίζει το μεταβολισμό των λιπαρών οξέων μέσω ενεργοποίησης της λιπόλυσης και της β-οξείδωσης. Εδώ όμως πρέπει να σημειωθεί ότι η παχυσαρκία έχει κάποιες ιδιαιτερότητες όσον αφορά το μεταβολισμό, και οι στρατηγικές που ακολουθούνται για την απώλεια βάρους διαφέρουν απο εκείνες των ατόμων που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα παχυσαρκίας.
Συνοψίζοντας, η χρήση συμλπηρώματος L-καρνιτίνης δεν έχει αποδειχθεί να βοηθά στην προσπάθεια για απώλεια σωματικού λίπους και στο αδυνάτισμα, παρότι το υπόβαθρο πίσω απο αυτή τη θεωρία θα μπορούσε και να ευσταθεί. Αποτελεσματική μέθοδος απώλειας βάρους είναι μόνο αυτή που συνδυάζει υποθερμική διατροφή (500 θερμίδες λιγότερες απο τις ανάγκες μας ημερησίως ) και άσκηση.
Συμπερασματικά, σε ένα άτομο με φυσιολογκές τιμές L-καρνιτίνης, η χορήγηση συμπληρώματος L-καρνιτίνης δεν έχει κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα στην προσπάθεια απώλειας σωματικού λίπους και συνεπώς στο αδυνάτισμα..Τέτοια συμλπηρώματα διατροφής δεν έχουν θετική δράση στο να μεγιστοποιηθεί η απώλεια βάρους που προκύπτει μετά απο συνεχή προπόνηση.
Υπο διερεύνηση είναι πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα που φανερώνουν τον ευεργετικό ρόλο της χορήγησης L-καρνιτίνης σε άτομα παχύσαρκα καθώς η L-καρνιτίνη έχει την ικανότητα να ρυθμίζει το μεταβολισμό των λιπαρών οξέων μέσω ενεργοποίησης της λιπόλυσης και της β-οξείδωσης. Εδώ όμως πρέπει να σημειωθεί ότι η παχυσαρκία έχει κάποιες ιδιαιτερότητες όσον αφορά το μεταβολισμό, και οι στρατηγικές που ακολουθούνται για την απώλεια βάρους διαφέρουν απο εκείνες των ατόμων που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα παχυσαρκίας.
Συνοψίζοντας, η χρήση συμλπηρώματος L-καρνιτίνης δεν έχει αποδειχθεί να βοηθά στην προσπάθεια για απώλεια σωματικού λίπους και στο αδυνάτισμα, παρότι το υπόβαθρο πίσω απο αυτή τη θεωρία θα μπορούσε και να ευσταθεί. Αποτελεσματική μέθοδος απώλειας βάρους είναι μόνο αυτή που συνδυάζει υποθερμική διατροφή (500 θερμίδες λιγότερες απο τις ανάγκες μας ημερησίως ) και άσκηση.
3.Καρνιτίνη και αθλητισμός
Η χορήγηση καρνιτίνης έχει υποτεθεί ότι έχει θετική επίδραση στη φυσική κατάσταση αθλητών με φυσιολογικά επίπεδα καρνιτίνης στον οργανισμό τους.
Η πρώτη υπόθεση είναι ότι η συγκέντρωση L-καρνιτίνης μπορεί να είναι πολύ χαμηλή ώστε να επιτρέψει τη λειτουργία του ενζύμου CAT1 σε υψηλές ταχύτητες και να υποστηρίξει την άνοδο οξείδωσης των λιπαρών οξέων κατά τη διάρκεια έντονης άσκησης. Μελέτες όμως δείχνουν ότι η λήψη L-καρνιτίνης προκαλεί αύξηση της ελεύθερης καρνιτίνης στο πλάσμα χωρίς όμως και ταυτόχρονη σημαντική αύξηση της συγκέντρωσης καρνιτίνης μέσα στους μύες. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν κλινικές μελέτες που χορηγούσαν επι 3 μήνες L-καρνιτίνη με σκοπό τη βελτίωση της φυσικής κατάστασης.
Κατά τη διάρκεια έντονης άσκησης υπάρχει μεγάλη παραγωγή του acetyl-CoA προκαλώντας αύξηση του κλάσματος acetyl-CoA/Coκαι το οποίο με τη σειρά του εμποδίζει την πυροσταφυλική αφυδρογονάση (PDH), το ένζυμο δηλαδή που συμβάλλει στη μετατροπή του πυροσταφυλικού οξέος σε ακετυλο-CoA. Το πυροσταφυλικό οξύ μετατρέπεται έτσι σε γαλακτικό οξύ με την καταλυτική δράση της γαλακτικής αφυδρογονάσης (LDH) . Η καρνιτίνη αντιδρώντας με το acetyl-CoA παίζει ένα σημαντικό ρόλο για τη διατήρηση της αναλογίας acetyl- CoA/ CoA μέσα στο κύτταρο και μπορεί με τον τρόπο αυτό να αμβλύνει τη συγκέντρωση του γαλακτικού οξέους, βελτιώνοντας έτσι τη φυσική κατάσταση. Θεωρητικά ο μηχανισμός αυτός θα μπορούσε να καθυστερήσει την κούραση και να αυξήσει την απόδοση των αθλητών.
Οι περισσότερες μελέτες όμως έχουν αποτύχει να αποδείξουν μια αντικειμενική βελτίωση της φυσικής κατάστασης αθλητών με φυσιολογικά επίπεδα στο αίμα τους L-καρνιτίνης. Παρόλα αυτά, οι αρνητικές αυτές μελέτες θα πρέπει να ερμηνευτούν με πολύ μεγάλη προσοχή, διότι μικρές αλλαγές, οι οποίες μπορεί να είναι πολύ σημαντικές για τον αθλητή, μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να διαπιστωθούν στο εργαστήριο.
Απαιτούνται λοιπόν συστηματικές έρευνες για να κατανοήσουμε καλύτερα τη φυσιολογία, τη βιοχημεία και τη φαρμακολογία της χορήγησης της καρνιτίνης.
4. Ενδείξεις για χορήγηση καρνιτίνης
1-Πρωτογενής και δευτεροπαθής ανεπάρκεια L-καρνιτίνης σε ενήλικους, παιδιά, βρέφη και νεογνά.
2-Δευτεροπαθής ανεπάρκεια L-καρνιτίνης σε αιμοκαθαιρόμενους ασθενείς με τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια. Δευτεροπαθής ανεπάρκεια L-καρνιτίνης πρέπει να πιθανολογείται σε μακροπρόθεσμα αιμοκαθαιρόμενους οι οποίοι παρουσιάζουν τα εξής σημεία και συμπτώματα τα οποία δε βελτιώνονται με τη συνήθη αγωγή:
-έντονες και επίμονες μυικές συσπάσεις (κράμπες) και/ή επεισόδια υπότασης στη διάρκεια της αιμοκάθαρσης.
-έλλειψη ενεργητικότητας η οποία έχει αρνητική επίπτωση στην ποιότητα της ζωής.
-αδυναμία των σκελετικών μυών και/ή μυοπάθεια.
-μυοκαρδιοπάθεια
-αναιμία η οποία δεν απαντά στην ερυθροποιητίνη ή απαιτεί υψηλές δόσεις ερυθροποιητίνης.
-απώλεια της μυικής μάζας η οποία οφείλεται σε κακή διατροφή.
5. Ανεπιθύμητες Ενέργειες
Δεν αναφέρονται σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες απο τη λήψη συμπληρωμάτων διατροφής με L-καρνιτίνη. Σε μικρό ποσοστό ατόμων, μετά από του στόματος χορήγηση L-καρνιτίνης παρατηρήθηκαν ήπιες γαστρεντερικές διαταραχές όπως ναυτία, έμετοι, διάρροιες και άτυπα κοιλιακά άλγη. Έιναι σημαντικό να αναφερθεί ότι μείωνοντας τη δοσολογία της από του στόματος χορηγούμενης L-καρνιτίνης, μειώνεται ή εξαλείφεται η σωματική οσμή που σχετίζεται με το φάρμακο ή υποχωρούν τα γαστρεντερικά ενοχλήματα.
Ποικίλες μελέτες έχουν αναδείξει ότι τα συστήματα μεταφοράς της L-καρνιτίνης στην καρδιά και στους σκελετικούς μύες είναι διαφορετικά, γεγονός που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη κατά τη χορήγηση L-καρνιτίνης, καθώς είναι πιθανόν να προκληθούν διάφορες επιπλοκές στους ιστούς αυτούς. Οφείλουμε λοιπόν να είμαστε πολύ προσεχτικοί όταν λαμβάνουμε τέτοιου είδους σκευάσματα όσο αθώα και αν φαίνονται ή μας τα παρουσιάζουν και οφείλουμε να συμβουλευόμαστε πάντοτε τη γνώμη του ιατρού.
REFERENCES
1. Brandsch C, Eder K. Effect of L-carnitine on weight loss and body composition of rats fed a hypocaloric diet.Ann Nutr Metab. 2002;46(5):205-10 [pubmed]
2. Lee MS, Lee HJ, Lee HS, Kim Y. L-carnitine stimulates lipolysis via induction of the lipolytic gene expression and suppression of the adipogenic gene expression in 3T3-L1 adipocytes. J Med Food. 2006 Winter;9(4):468-73 [pubmed]
3. Saldanha Aoki M, Rodriguez Amaral Almeida AL, Navarro F, Bicudo Pereira Costa-Rosa LF, Pereira Bacurau RF. Carnitine supplementation fails to maximize fat mass loss induced by endurance training in rats Ann Nutr Metab. 2004;48(2):90-4. Epub 2004 Feb 25 [pubmed]
4. Bacurau RF, Navarro F, Bassit RA, Meneguello MO, Santos RV, Almeida AL, Costa Rosa LF. Does exercise training interfere with the effects of L-carnitine supplementation? Nutrition. 2003 Apr;19(4):337-41 [pubmed]
5. Lee JK, Lee JS, Park H, Cha YS, Yoon CS, Kim CK. Effect of L-carnitine supplementation and aerobic training on FABPc content and beta-HAD activity in human skeletal muscle.Eur J Appl Physiol. 2007 Jan;99(2):193-9. Epub 2006 Nov 7 [pubmed]
6. Rigault C, Dias JV, Demarquoy J, Le Borgne F. Characteristics of l-carnitine import into heart cells. Biochimie. 2007 Oct 7 [Epub ahead of print] [pubmed]
7. Cha YS, Kim HY, Daily JW 3rdExercise-trained but not untrained rats maintain free carnitine reserves during acute exercise.Asia Pac J Clin Nutr. 2003;12(1):120-6.[pubmed]
8. Wächter S, Vogt M, Kreis R, Boesch C, Bigler P, Hoppeler H, Krähenbühl SLong-term administration of L-carnitine to humans: effect on skeletal muscle carnitine content and physical performance..Clin Chim Acta. 2002 Apr;318(1-2):51-61.[pubmed]
9. Spasov AA, Iezhitsa IN, Kravchenko MS, Pisarev VB, Snigur GL. Effects of L-, D-, and DL-carnitine on morphometric parameters of skeletal muscle and exercise performance of laboratory animals receiving carnitine-deficient diet.Bull Exp Biol Med. 2006 Oct;142(4):458-60 [pubmed]
10. Nüesch R, Rossetto M, Martina B. Plasma and urine carnitine concentrations in well-trained athletes at rest and after exercise. Influence of L-carnitine intake. Drugs Exp Clin Res. 1999;25(4):167-71 [pubmed]
11. Karlic H, Lohninger A. Supplementation of L-carnitine in athletes: does it make sense?Nutrition. 2004 Jul-Aug;20(7-8):709-15[pubmed]
12. Kinetics, Pharmacokinetics, and Regulation of l-Carnitine and Acetyl-l-carnitine Metabolism
nnals of the New York Academy of Sciences 1033 (1), 30–41.
doi:10.1196/annals.1320.003[Blackwell Synergy]
ΒΕΛΑΚΟΥΛΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ